Άρθρο της Κατερίνας Μπατζελή στην εφημερίδα Ημερησία του Σαββάτου 25-26 Ιουνίου 2011

Nα «κατεδαφιστούν» οι «παράγκες» της οικονομίας

Πολλές φορές συγκρίνεται η πολιτική ζωή με εκείνη του ποδοσφαίρου όταν υπάρχει πολυφωνία, εκνευρισμός, συγκρουσιακές καταστάσεις και χάος. Πρόσφατα άρχισε μια προσπάθεια «κάθαρσης» στο χώρο του ποδοσφαίρου με στόχο την εξάλειψη της βίας στα γήπεδα. Μια διαδικασία που στηρίζεται στο αυτοδιοίκητο του ποδοσφαίρου που έχει αποφασίσει έστω και αργά να κάνει τον αθλητισμό προσβάσιμο και ασφαλή για όλους.
Οι μεγαλοπαράγοντες του χώρου με τις «παράγκες» είχαν απομονώσει τον αθλητισμό από την κοινωνική του καταξίωση και την πολιτισμική του αξία. Αξίες που αναζητούνται σήμερα σε όλα τα επίπεδα της διακυβέρνησης της χώρας.
Ένας εθνικός σχεδιασμός δεν μπορεί να περιοριστεί στη χώρα μας απλά και μόνο στην κατάρτιση ενός τριετούς Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος. Το οποίο πρόγραμμα μεσούσης της ευρωπαϊκής και διεθνούς κρίσης, οικονομικής και θεσμικής, θα τροποποιεί συνεχώς τις πολιτικές και τα εργαλεία που χρησιμοποιεί σύμφωνα με τις τελικές αποφάσεις της Ε.Ε για την οικονομική, δημοσιονομική και νομισματική της πολιτική, το μέλλον της οποίας φαίνεται ότι διακυβεύεται πέρα και έξω από την έκβαση του «ελληνικού ζητήματος».
Ένας εθνικός σχεδιασμός εξυγίανσης της οικονομίας, της νοοτροπίας, των αντιλήψεων, των συμπεριφορών πρέπει να «περάσει» άμεσα στο γκρέμισμα της μέχρι τώρα πλασματικής οικονομίας, των αυθαίρετων πρακτικών, της χρηματοπιστωτικής φούσκας και της πραγματικής παραοικονομίας η οποία με στοιχεία του ΟΟΣΑ φτάνει το 30% του ΑΕΠ. Ενώ περίπου 70 δισ. ευρώ έχουν «φύγει» επισήμως από τις τράπεζες στο εξωτερικό από το 2008 και βάσει επισήμων στατιστικών στοιχείων μόνο το 30% των εισοδημάτων δηλώνεται προς φορολόγηση. Ποσά τα οποία εάν οι «παράγκες» τα διοχέτευαν εν μέρει στην ελληνική αγορά η κατάσταση της χώρας μας θα ήταν πολύ διαφορετική. Διαφορετική θα ήταν και η ψυχολογία της κοινωνίας, αλλά και των αγορών.
Ενώ καλείται το ελληνικό κράτος όπως φαίνεται και από το Μεσοπρόθεσμο να καλύψει ανειλημμένες υποχρεώσεις στους δανειστές που μόνο το ύψος των τοκοχρεολυσίων φτάνει τα 23,4 δισ. ευρώ, δηλαδή, το 9,8% του ΑΕΠ, η κάλυψη των δανειακών υποχρεώσεων των ΔΕΚΟ επιβαρύνει από 1,5-2 δισ. ευρώ τον Εθνικό Προϋπολογισμό, ενώ τα χρέη της Τοπικής Αυτοδιοίκησης είναι πάνω από 7 δισ. ευρώ. Τα έσοδα δε από το φορολογικό εισπρακτικό μηχανισμό να δηλώνεται επισήμως ότι δεν μπορούν να αυξηθούν πάνω από περίπου 4 δισ. ευρώ για την περίοδο 2012-2015, διότι εμμέσως οι εφορίες παραδέχονται ότι θα παραμείνουν αδρανείς ή αδυνατούν να εισπράξουν.
Οι δαπάνες της γενικής κυβέρνησης το 2009 αντιστοιχούσαν στο 54% του ΑΕΠ, δηλ για τα 100 ευρώ που διακινούνται στην οικονομία τα 54 ευρώ χρηματοδοτούνται από τα φορολογικά έσοδα και το δανεισμό του κράτους κατά κύριο λόγο. Σήμερα καλείται να μειώσει τις δαπάνες αυτές στο 44% του ΑΕΠ μέσα στα επόμενα τρία χρόνια. Ενώ προβλέπεται ότι το έλλειμμα θα μειωθεί από 15,4% το 2010 στο 1% του ΑΕΠ το 2015 μόνο διαμέσου των κεφαλαίων που θα αποκτήσει το Δημόσιο από το πακέτο των αποκρατικοποιήσεων. Ένα πακέτο το οποίο στην ουσία είναι το «κουτί της Πανδώρας».
Προφανώς η έξοδος της χώρας μας από τη δίνη της οικονομικής κρίσης μπορεί να επηρεασθεί σε κάποιο βαθμό από την έξοδο της οικονομίας μας στις αγορές, αλλά εάν δεν γίνουν μεγάλες διαρθρωτικές αλλαγές που θα επιφέρουν εγκάρσιες τομές στη δομή της ελληνικής οικονομίας, δεν θα επιτευχθεί ποτέ η πραγματική έξοδος της χώρας μας από την κρίση και τη «λαιμητόμο» των δανείων της.
Οι κατ’ εξαίρεση ή a la carte «εκκαθαρίσεις» δεν φέρνουν αποτελέσματα. Αντιθέτως υποβαθμίζουν την όποια ουσιαστική θεσμική παρέμβαση συντελείται για εξυγίανση και εκσυγχρονισμό του κράτους. Το ανεβοκατέβασμα των φορολογικών συντελεστών, άμεσης ή έμμεσης φορολόγησης, δεν οδηγεί σε δημοσιονομική εξισορρόπηση και σταθερότητα.
Στο πρόγραμμα εθνικής εξυγίανσης πρέπει να γίνεται αναφορά για την οργάνωση και απόκτηση νέων οικονομικών και χρηματοπιστωτικών εργαλείων, ώστε να τροφοδοτείται με κεφάλαια η κάθε αναπτυξιακή και κοινωνική προσπάθεια και να αναδεικνύεται η δημιουργία νέου παραγωγικού μοντέλου.
Ενεργοποίηση της σύμβασης της ελληνικής κυβέρνησης (Παπακωνσταντίνου - Κατσέλη) με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων για επενδύσεις ύψους 21,5 εκατ. ευρώ με επιτόκιο 4,01% και επενδυτικό πλαφόν 2 εκατ. ευρώ, παράμετροι οι οποίοι μπορεί να επαναδιαπραγματευθούν.

Ενίσχυση της ρευστότητας των τραπεζών διαμέσου της σύστασης εγγυοδοτικού μηχανισμού.

Πλήρης απλοποίηση των εγκρίσεων και υλοποίησης των έργων που εντάσσονται στο ΕΣΠΑ και μάλιστα χωρίς εθνική συμμετοχή.

Ενεργοποίηση του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας το κεφάλαιο του οποίου ανέρχεται σε 10 δισ. ευρώ με ιδιαίτερη προσοχή διότι το κράτος αγοράζοντας απλές μετοχές των τραπεζών στην ουσία μερικώς τις εθνικοποιεί. Για ό,τι αυτό συνεπάγεται για τον εθνικό προϋπολογισμό.

Αποσαφήνιση ότι στο επίκεντρο της ανάπτυξης ή της μεσοπρόθεσμης ενεργοποίησης των επενδυτικών κεφαλαίων, ιδιωτικών και δημοσίων, θα γίνει στοχευμένα σε πολιτικές με αναπτυξιακό ορίζοντα όπως εκείνων της ενέργειας, μεταποιητικής βιομηχανίας, τεχνολογίας και δε θα περιοριστεί απλά και μόνο στην «αναζωογόνηση» της οικοδομής. Σε αυτή τη λογική θα πρέπει να εξεταστούν οι προτάσεις για το πόθεν έσχες, τα τεκμήρια διαβίωσης, το αφορολόγητο όριο ακίνητης περιουσίας εάν αυτό θα ισχύσει και για το βιομηχανικό τομέα, οι ασφαλιστικές εισφορές, το ΦΠΑ κτλ.

Αυτό το «μίγμα» πολιτικής είναι δική μας δικαιοδοσία. Και το μίγμα αυτό πρέπει να είναι κοινωνικά δίκαιο και να επιφέρει κοινωνική συνοχή μακροπρόθεσμα.
Έχουμε μπροστά μας πολύ δρόμο για να σταθεροποιηθούμε. Χρειαζόμαστε τη συναίνεση και την εμπιστοσύνη της κοινωνίας. Οι «παράγκες» της ελληνικής οικονομίας πρέπει να «κατεδαφιστούν». Διότι εάν η βία στο ποδόσφαιρο τελειώσει και το ευχόμαστε, τότε δε θα μπορούμε να λέμε ούτε ότι «ποδοσφοραιοποιούμε» την πολιτική ζωή του τόπου…